Μὲ λαμπρότητα γιορτάσαμε καὶ φέτος στὴν ἐνορία μας τὴν μεγάλη ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων[*].
Ἡ παρουσία τοῦ κόσμου ἦταν στ’ ἀλήθεια ἐντυπωσιακή. Ἀξίζουν δὲ ὅλοι τῆς ἀποδόσεως πολλῶν συγχαρητηρίων γιὰ τὴν εὐλάβεια μὲ τὴν ὁποίαν συμμετεῖχαν στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες καὶ τὴν ὑπομονὴ ποὺ ἔδειξαν κατὰ τὴν διανομὴ τοῦ ἀντιδώρου καὶ τὸν ἀσπασμὸ τοῦ τιμίου σταυροῦ. Ἡ τάξη ποὺ τηρήθηκε ἦταν ὑποδειγματική, παρ’ ὅτι οἱ σειρὲς ποὺ σχηματίσθηκαν ἐκτείνονταν ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρον τοῦ ναοῦ ἕως τὸ ἄλλο· οὐδεὶς ἀπεχώρησε μετὰ τὴν ἀπόλυση.
Ὁ π. Δημήτριος ἀπευθύνοντας ἑόρτιες εὐχὲς πρὸ τῆς ἀπολύσεως, τόνισε ὅτι πολλὲς ἦταν οἱ θεοφάνειες κατὰ τοὺς χρόνους τῆς ἱερᾶς ἱστορίας, ὅμως ἡ κατ’ ἐξοχὴν θεοφάνεια εἶναι αὐτὴ ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, καθ’ ὅτι ἀποτελεῖ τὴν φανέρωση τῆς ἁγ. Τριάδος. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔδειξε ὅτι εἶναι μὲν ἕνας, ἀλλ’ ὄχι μόνος. Ἂν ἦταν μόνος, θὰ ἐπρόκειτο περὶ μιᾶς ἀντικειμενικῆς δυνάμεως ἀπροσώπου, μιᾶς «ἀνωτέρας», ὅπως λένε, «δυνάμεως». Ὅμως ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μία ἀπρόσωπος δύναμις, εἶναι μία τριαδικὴ κοινωνία προσώπων ἐν τελείᾳ ἀγάπῃ. Καὶ μᾶς καλεῖ ἐπίσης νὰ γίνουμε τελεία κοινωνία ἀγάπης κατὰ τὸ πρότυπον τοῦ δικοῦ του τρόπου ὑπάρξεως. Αὐτὸ εἶναι τὸ «καθ΄ ὁμοίωσιν». Αὐτὸ ἐννοοῦμε, ὅταν λέμε στὸ «Πάτερ ἡμῶν», «ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς».
Ὁ σύγχρονος δυτικὸς πολιτισμὸς στηρίζεται στὴν ἀτομοκρατία. Ἡ τελεία, κατὰ Θεὸν κοινωνία ὅμως δὲν χτίζεται μὲ ἄτομα, οὔτε μὲ ἰδεολογίες καὶ προγράμματα, ἀλλὰ μὲ τὴν ἄσκηση τοῦ καθ’ ὁμοίωσιν.
Ἐκ τοῦ Ἱ. Ναοῦ
Οἱ φωτογραφίες εἶναι τῆς Β. Γιαννουσᾶ
[*] Ἡ λέξη γράφεται κανονικὰ μὲ -ι-. Ἡ ὀρθὴ γραφὴ τὴν κάνει νὰ ξεχωρίζει ἀπὸ τὴν λέξη θεοφάνεια (ἡ) ποὺ σημαίνει τὴν φανέρωση τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι σωστὸ τὰ Θεοφάνια (οὐδέτερο) καὶ ἡ θεοφάνεια (θηλυκὸ) νὰ ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια γραφή. Ἡ λ. θεοφάνεια δηλώνει τὴν πράξη ἢ τὴν ἰδιότητα τοῦ ἐπιθέτου θεοφανὴς (θεοφανὴς – θεοφάνεια· ὅπως ἐπιφανὴς - ἐπιφάνεια, διαφανὴς - διαφάνεια). Θεοφάνειες εἴχαμε πολλὲς καὶ κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ἀργότερα φυσικά. Ἡ κατ’ ἐξοχὴν θεοφάνεια εἶναι ἡ ἐν σαρκὶ φανέρωσις τοῦ Θεοῦ καὶ δὴ ἡ ἐν τῷ Ἰορδάνῃ φανέρωσις τῆς ἁγίας Τριάδος.
Πῶς ὅμως ἐπεκράτησε ἡ ἐσφαλμένη γραφὴ Θεοφάνεια ἀντὶ τῆς ὀρθῆς Θεοφάνια; Πῶς δηλαδὴ ἡ ὀνομαστικὴ ἑνικοῦ τοῦ θηλυκοῦ θεοφάνεια (ἡ) ἔγινε ὀνομαστικὴ πληθυντικοῦ τοῦ οὐδετέρου Θεοφάνεια (τά); Προφανῶς τὸ φαινόμενο εἶναι ἀνάλογο μὲ ἐκεῖνο ποὺ παρατηροῦμε στὴν λέξη Χριστούγεννα· λέξη σύνθετη ἐκ συναρπαγῆς ἀπὸ τὴν φράση Χριστοῦ γέννα. Ἡ Χριστοῦ γέννα (θηλυκοῦ γένους) ἔγινε τὰ Χριστούγεννα (οὐδετέρου γένους). Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις ἔχουμε ἀλλαγὴ γένους δηλαδή, ἀπὸ θηλυκὸ σὲ οὐδέτερο.
Οἱ ἀρχαῖοι πάντως (ὑπῆρχε ἑορτὴ τῶν Θεοφανίων, στοὺς Δελφοὺς) ἔγραφαν τὴν λέξη μὲ -ι-, ὅπως ἄλλωστε ἔκαναν καὶ μὲ παρόμοιες λέξεις (Ἐπιφάνια, Πύθια, Ἴσθμια).
Παρ’ ὅλα αὐτά, ἐδῶ ἀκολουθοῦμε ἐν τέλει τὴν πεπατημένη, γράφοντας τὴν λέξη μὲ -ει-, καθ’ ὅτι... τὸ ἔθιμο νικάει τὸν νόμο! Εἶναι τόσο ἰσχυρὴ ἡ συνήθεια, ποὺ ἡ λέξη Θεοφάνια (μὲ -ι-) «χτυπάει ἄσχημα στὸ μάτι». Εἶναι τὸ ἴδιο ἴσως μὲ τὸ νὰ προσπαθοῦσε κανεὶς νὰ καθιερώσει πλέον γιὰ τὸ κινητὸ τηλέφωνο τὸν ὅρο «φορητό», ποὺ σαφέστατα εἶναι ὁ ὀρθός, μιᾶς καὶ τὸ συγκεκριμένο τηλέφωνο φέρεται, δὲν κινεῖται! ὅμως μία τέτοια προσπάθεια μᾶλλον εἰς μάτην θὰ ἐπέβαινε. Ἡ λέξη Θεοφάνεια (τὰ) λοιπὸν γράφεται, ὡς μὴ ὤφελε, μὲ -ει-. Μὲ αὐτὴν τὴν γραφὴ θὰ τὴν συναντήσουμε στὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας, σὲ συγγράμματα, σὲ τίτλους ἐφημερίδων κ.ἀ. Αὐτὴν τὴν γραφὴ δὲν τολμήσαμε κι ἐμεῖς ἐν τέλει νὰ πειράξουμε.