ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΣ

«Ἓν γὰρ τὸ σοφόν, ἐπίστασθαι γνώμην, ὁτέη ἐκυβέρνησε πάντα διὰ πάντων»
(Ἡράκλειτος)

Δύο λέξεις ἀπὸ τὴν παραπάνω βαθύπνοο ρήση τοῦ κλεινοῦ Ἡρακλείτου μᾶς ὁδήγησαν στὸ νὰ θέσουμε αὐτὴν ὡς προμετωπίδα τῆς παρούσης κατηγορίας.
Ἡ μία εἶναι τὸ «ἐπίστασθαι», ἀπαρέμφατον ἐνεστῶτος τοῦ ρήματος ἐπίσταμαι, ποὺ σημαίνει γνωρίζω κάτι ὡς γεγονός, γνωρίζω μετὰ βεβαιότητος, γνωρίζω καλά[1]. Ἀπὸ ἐδῶ προέρχεται καὶ ἡ λέξη ἐπιστήμη, ποὺ σημαίνει τὸ νὰ γνωρίζει κάτι κανεὶς καλά, τὸ νὰ ἔχει πλήρη καὶ ἀκριβῆ γνώση κάποιου φαινομένου ἢ θέματος, τὸ νὰ εἶναι ἐντριβής, εἰδήμων σὲ κάτι. Σημαίνει ἀκόμη τὴν ἐμπειρία, τὴν δεξιότητα[2]. Εὔκολα καταλαβαίνει ὁ ἀγαπητὸς ἀναγνώστης ὅτι τὸ «ἐπίστασθαι» τῆς ὡς ἄνω ρήσεως συγγενεύει κατ’ εὐθεῖαν γραμμὴν πρὸς τὸν τίτλο τῆς παρούσης κατηγορίας: Ἐπιστημονικά.

Ἡ δεύτερη λέξη εἶναι τὸ «γνώμην». Οἱ περισσότεροι τὴν μεταφράζουν ὡς σκέψη, ἄλλοι ὡς σοφία. Ἔτσι, τὸ «ἓν γὰρ τὸ σοφόν, ἐπίστασθαι γνώμην, ὁτέη ἐκυβέρνησε πάντα διὰ πάντων», σύμφωνα μὲ τοὺς περισσοτέρους μεταφραστές, σημαίνει: «γιατὶ μία εἶναι ἡ σοφία, τὸ νὰ γνωρίζεις τὴν σκέψη ποὺ μέσα ἀπ΄ ὅλα τὰ κυβερνάει ὅλα». Ἄλλοι πάλι μεταφράζουν ὡς ἑξῆς: «εἶναι ἕνα τὸ σοφόν, τὸ νὰ γνωρίζεις τὴν σοφία ποὺ κυβερνᾷ τὰ πάντα μέσῳ τῶν πάντων».

Ἡ λέξη γνώμη προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα γιγνώσκω καὶ σημαίνει τὸ μέσον τῆς γνώσεως, τὸ μέσον δηλαδὴ διὰ τοῦ ὁποίου κάποιος γνωρίζει[3].

Ἀλλὰ ποιὸ εἶναι γιὰ τὸν Ἡράκλειτο τὸ μέσον τῆς γνώσεως; Ποία ἡ δύναμις διὰ τῆς ὁποίας ἀνάγεται ὁ ἄνθρωπος στὴν γνώση; Ποία ἐν τέλει ἡ «γνώμη», ἡ ὁποία κυβερνᾷ τὰ σύμπαντα; Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ μεταφράσεις τὸν «αἰνικτήν»[4]. Μυστικοὶ οἱ ἀφορισμοί του. Γι’ αὐτὸ τὸν εἶπαν ἄλλωστε καὶ «σκοτεινὸν» — τὸν φωτεινόν! Κάθε του λέξη εἶναι σύμβολο καὶ κάθε φράση του εἰκόνα. Ὅσοι μένουν στὰ ὅρια μιᾶς λεξιλογικῆς προσεγγίσεως τῶν λόγων του, λίγα καταλαβαίνουν. Ὅσοι ἀποτολμοῦν ἑρμηνευτικὲς ἀποκρυπτογραφήσεις, ἀνοίγονται σὲ πελάγη μυστικῶν νοημάτων. Ἕνα κλειδὶ μᾶς χρειάζεται, καὶ αὐτὸ στὸν Ἡράκλειτο δὲν εἶναι δύσκολο νὰ τὸ βρεῖ κανείς. Εἶναι ὁ «πύρινος λόγος» του, ὁ «ξυνὸς λόγος»[5]. Αὐτὸς ξεκλιδώνει τὶς λέξεις καὶ μᾶς εἰσάγει στὸν θαυμαστὸ κόσμο τοῦ μεγάλου Ἴωνος φιλοσόφου. Μὲ αὐτὸ τὸ ἑρμηνευτικὸ κλειδί, ἂν ἀνοίξουμε καὶ ἐδῶ τὴν «γνώμην» του, θὰ ταξιδέψουμε στοὺς οὐρανοὺς τῆς ὑπερφυοῦς σκέψεώς του. Καὶ δὲν θὰ ἁμαρτήσουμε λεξιλογικά, ἀφοῦ ὁ λόγος μεταφράζεται ὡς γνώμη, καὶ σκέψη βεβαίως καὶ σοφία. Καὶ στὸν βαθύνοο φιλόσοφό μας, λόγος, νοῦς, σκέψη, γνώμη, ἀλήθεια, δύναμις, σοφία, ἀγάπη μυστικῶς συμπλέκονται στὸν ἴδιο ἁρμονικὸ χορό. Δὲν εἶναι τόσο λέξεις, ὅσο σύμβολα καὶ εἰκόνες, ὅπως εἴπαμε. Δὲν εἶναι ὁ ἡρακλείτειος λόγος ἁπλῶς τὸ ratio, ἡ δύναμις τῆς διανοίας, τὸ λογικόν, ὁ προφορικὸς ἢ ὁ ἐνδιάθετος λόγος. Εἶναι κάτι παραπάνω· ἡ πηγὴ τῆς νοητικῆς δυνάμεως, αὐτὸς ποὺ ζωογονεῖ κάθε σκέψη καὶ φρόνηση. Εἶναι ἡ θεία σοφία ποὺ νοηματοδοτεῖ τὸν κόσμο. Ὁ «ξυνὸς λόγος» εἶναι θεῖος λόγος καὶ θεῖος νόμος, ὁ νόμος τοῦ σύμπαντος, ἡ ρυθμιστικὴ ἀρχὴ ποὺ διέπει τὰ πάντα. Αὐτὸς κυβερνᾷ τὴν κτίση, δομεῖ τὰ σύμπαντα, συγκροτεῖ καὶ συνέχει τὴν σύνολη πραγματικότητα. Εἶναι τὸ ἑνοποιητικὸ στοιχεῖο τοῦ κόσμου, αὐτὸς ποὺ καθορίζει τὴν φύση τῶν ὄντων, συνδέει μὲ σχέσεις ἀναλογίας τὰ πάντα, θέτει τάξη στὸ χάος.

Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ «πύρινου λόγου» καὶ μπορεῖ νὰ ἐξομοιωθεῖ πρὸς αὐτόν. Ἡ ἁρμονικὴ σχέση καὶ συμφωνία τοῦ ἐπιμέρους πρὸς τὸν κοινὸν λόγον δημιουργεῖ τὴν ὀρθὴ ἀντίληψη γιὰ τὸν κόσμο. Ὁ λόγος καθιστᾶ δυνατὴ τὴν σύλληψη τῆς ἀληθείας καὶ ἐκφράζεται γλωσσικὰ ὡς ἀλήθεια. Ὅποιος ἀκολουθεῖ τὸν «ξυνὸν» εἶναι σοφὸς καὶ συνετός. Ὁ ἄλλοι εἶναι «ἀξύνετοι» (ἀσύνετοι)[6] καὶ βάρβαροι, ἀνόητοι, τυφλοὶ καὶ κωφοί. Οὔτε κἂν ὡς ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ λογίζονται ὅσοι δὲν μετέχουν εἰς τὸν «ξυνὸν λόγον». Ἡ ἔκπτωσις ἀπὸ αὐτὸν ἐπιφέρει τὴν παραμόρφωση τῆς ἴδιας τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία γιὰ τὸν Ἡράκλειτο ἔχει ἀποσμέτρητα βαθὺ λόγο.

Τὴν «γνώμην» τοῦ χωρίου μας λοιπὸν μποροῦμε νὰ ἀνοίξουμε μὲ τὸ ἑρμηνευτικὸ κλειδὶ τοῦ «λόγου». Καὶ προχωρώντας ἕνα βῆμα ἀκόμη, μποροῦμε νὰ φωτίσουμε καὶ αὐτὸν τὸν ἡρακλείτειον «λόγον» μὲ τὸ ἀειλαμπές καὶ ἀΐδιον φῶς τοῦ ἀληθινοῦ Λόγου. Διότι ἐκεῖνος, σκιωδῶς μέν, προφανῶς δέ, σ’ αὐτὸν μᾶς παραπέμπει, τὸν προαιώνιον Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν δὲν τὸ ἐγνώριζε ὁ πρῶτος φιλόσοφος τοῦ Λόγου. Ἔζησε πέντε αἰῶνες πρὸς τῆς ἐνσάρκου αὐτοῦ ἐπιφανείας. Καὶ ὅμως! Ὅσα ἐδίδαξε, σ’ ἐκεῖνον ἀναφέρονται, ἀνεπιγνώστως μέν, ἀληθῶς δέ. Ἐκεῖνον ἀναζητοῦσε ἐν πνεύματι ζέοντι ὁ Ἐφέσιος γίγας τοῦ πνεύματος. Δὲν ἦταν ἁπλῶς στοχαστής, ἀλλ’ ἐραστὴς τῆς ἀληθείας, τὴν ὁποίαν ὅμως δὲν μποροῦσε, ὡς εἰκός, νὰ ἀνακαλύψει, διότι αὐτὴ δὲν ἀνακαλύπτεται, ἀποκαλύπτεται[7]. Ὁ «ξυνὸς λόγος» τοῦ Ἴωνος φιλοσόφου μας, ποὺ στὸν Πλάτωνα θὰ γίνει «ἰδέα», στὸν Ἀριστοτέλη «ἐνέργεια» καὶ «ἀκίνητον κινοῦν», στὸν Πλωτῖνο τὸ «Ἕν», σὲ νεωτέρους φιλοσόφους «ὑποκείμενον», «συλλογικότης» κ.ἄ., ἀπεκαλύφθη ὡς ὁ μονογενὴς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐνυπόστατος θεία Σοφία, Λόγος ζῶν, προσωπικός, ὄχι ἀπρόσωπος. Καὶ ἐθεολογήθη τὸ πρῶτον ἐν Ἐφέσῳ, εἰς τὴν πατρίδα τοῦ Ἡρακλείτου, ἐκεῖ ὅπου καὶ ἐφιλοσοφήθη τὸ πρῶτον. Στὴν πόλη τοῦ πρώτου φιλοσόφου τοῦ λόγου, ἔμελλε νὰ διδάξει ὁ πρῶτος θεολόγος τοῦ Λόγου, ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ἔμελλε νὰ φωτίσει τὸν λόγον διὰ τοῦ Λόγου, νὰ ἑρμηνεύσει τὶς σκιώδεις ἀλήθειες τοῦ «σκοτεινοῦ» φιλοσόφου, ποὺ τὸν εἶπαν ἔτσι γιατὶ ὑπὸ τὸν γνόφον τῆς εἰδωλολατρικῆς σοφίας πῶς νὰ γινόταν καταληπτὰ τὰ ὑψιπετῆ νοήματά του. Ὅμως αὐτὸς εἶναι φωτεινός, ἕνας φωτεινὸς «προφήτης» πού, ὅπως καὶ τόσοι ἄλλοι στοχαστές, ποιητὲς καὶ φιλόσοφοι τῶν ἀρχαίων χρόνων, ἑτοίμασε μὲ τὸν δικό του τρόπο «τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ἐποίησε τὰ τρίβους αὐτοῦ»[8]. Κάπως ἔτσι ἄλλωστε ἡ ἑλληνὶς γνώμη πρώτη ἐδέχθη τὸν ἐξ ἀποκαλύψεως λόγον.

* * *

Φωτίζοντας λοιπὸν τὴν περὶ λόγου διδασκαλία τοῦ σοφοῦ Ἡρακλείτου διὰ τοῦ θείου ἐνυποστάτου Λόγου καὶ δι’ αὐτοῦ ἑρμηνεύοντάς την, πολλὰ μποροῦμε νὰ διδαχθοῦμε. Ἀλλὰ αὐτὴν τὴν προσπάθεια θὰ συνεχίσουμε ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ.

Ἐπὶ τοῦ παρόντος ἐπεξηγηματικῶς μόνον θὰ ἐπαναλάβουμε ὅτι θέσαμε ὡς προμετωπίδα τῆς ὑπὸ τὸν τίτλον Ἐπιστημονικὰ παρούσης κατηγορίας τῆς ἱστοσελίδος μας τὸ διαληφθὲν χωρίον τοῦ Ἐφεσίου φιλοσόφου μας, διότι αὐτὸ εὐθέως παραπέμπει ἐξ ἑνὸς μὲν εἰς τὴν ἔννοιαν τῆς ἐπιστήμης (ἐπίστασθαι), ἐξ ἑτέρου δὲ εἰς τὴν ἐνυπόστατον Σοφίαν τοῦ Θεοῦ, τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον αὐτοῦ, τὴν πηγὴν πάσης γνώσεως. Ὅταν αὐτὰ τὰ δύο συνδυασθοῦν, τότε «πᾶσα ἐπιστήμη σοφία». Ἄλλως, ἰσχύουν τὰ τοῦ Πλάτωνος, τὰ καὶ ὑπὸ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου προσφυῶς παραφρασθέντα: «Πᾶσα τε ἐπιστήμη χωριζομένη Χριστοῦ πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται»[9].

(Συνεχίζεται)

π.Δ.Θ.



[1] Ἔχει καὶ ἄλλες παραπλήσιες σημασίες, ὅπως γνωρίζω πῶς νὰ πράξω κάτι, εἶμαι ἱκανὸς νὰ πράξω κάτι, εἶμαι βέβαιος, ξέρω, πιστεύω ὅτι… καὶ ἄλλες πιὸ σπάνιες. Σημαίνει ἀκόμη τὴν διανοητικὴ ἱκανότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν τεχνικὴ δεξιότητα.
[2] Ἡ ἐπιστημονικὴ γνώση ἀντιδιαστέλλεται πρὸς τὴν τέχνη καὶ τὴν ἐμπειρία. Ἄλλο τεχνίτης, ἄλλο ἐπιστήμων. Ἡ ἐπιστήμη ἔχει συστηματικὸ χαρακτῆρα, ἀποτελεῖ σύνολον συστηματικῶν γνώσεων. Τέλος, ἂς τὸ ποῦμε καὶ αὐτό, ἡ λέξη ἐπιστήμη σημαίνει τὴν ἐκκλησιαστικὴ πειθαρχία, ἐξ οὗ καὶ ἐπιστημονάρχης, ὁ ἐπὶ τῆς πειθαρχίας, εὐταξίας, ἐν μοναστηρίῳ.
[3] Πρόκειται γιὰ πολυσήμαντο ὅρο. Σημαίνει τὸ πνεῦμα, τὸν νοῦ μὲ τὶς διάφορες ἐνέργειές του, τὴν σκέψη, τὴν κρίση, τὴν νόηση, τὴν ἀντίληψη, τὴν διάνοια, τὴν ἰδέα, τὴν βούληση ἀκόμη, τὴν θέληση, τὴν προαίρεση, τὴν διάθεση, τὴν κλίση, τὸν σκοπό, τὴν συνείδηση καὶ ἄλλα πολλά.
[4] Ἔτσι ἀπεκάλεσε τὸν βαθύφρονα φιλόσοφό μας ὁ σατιρικὸς ποιητὴς τοῦ 3ου π.Χ. αἰῶνος Τίμων ὁ Φλιάσιος, διότι μιλοῦσε πάντα αἰνιγματωδῶς. Αἰνικτὴρ κ. αἰνικτὴς εἶναι ὁ αἰνισσόμενος, ὁ δι’ ὑπαινιγμῶν λαλῶν.
[5] Ξυνός· ἰωνικός τύπος τῆς λέξεως κοινός. «Ξυνὸς γὰρ ὁ κοινὸς» (H. Diels, Ἡράκλειτος ΙΒ 2).
[6] «Ἀξύνετοι ἀκούσαντες κωφοῖσιν ἐοίκασι· φάτις αὐτοῖσιν μαρτυρεῖ παρεόντας ἀπεῖναι»: «Ὅταν ἀκοῦν, δὲν καταλαβαίνουν καὶ γι' αὐτὸ μοιάζουν μὲ κωφούς· σ' αὐτοὺς ταιριάζει ἡ παροιμία παρόντες ἀπουσιάζουν» (H. Diels, Ἡράκλειτος ΙΒ 34).
[7] Ὁ ἴδιος ἔλεγε ὅτι δὲν ἐπινοεῖται, ἀνακαλύπτεται. Καὶ ἐννοῦσε μὲ αὐτὸ ὅτι ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι ὑπόθεσις ἀτομική, ἀλλὰ ζήτημα μετοχῆς εἰς τὸν "ξυνὸν λόγον"· κάτι ἀσφαλῶς ποὺ δὲν ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὴν δική μας διδασκαλία, ἀρκεῖ καὶ πάλι στὴν θέση τοῦ "ξυνοῦ λόγου" νὰ θέσει κανεὶς τὸν ὑπερούσιον Λόγον τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν καὶ πάλιν ἐδῶ σκιαγραφεῖ ὁ ὀξυβελὴς ἡρακλείτειος νοῦς.
[8] Ματθ. γ΄ 3· Ἡσ. μ΄ 3 κ.ἀ.
[9] «Πᾶσα τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται», λέει ὁ θεῖος Πλάτων (Μενέξ. 247a). Ὅμως, ποιὸς πληροῖ τὸ κεφάλαιον τῶν ἀρετῶν καὶ πᾶσαν τὴν δικαιοσύνην; Ὄχι ὁ Χριστός;

"Ἀρχὴ καὶ τέλος σὲ ὅλα τὰ πράγματα νὰ βάζεις τὸν Θεό."

Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ

apolytikion

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Τηλέφωνον: 2441021510
Fax: 2441021510
E-mail: info@inagk.gr

Ἀβέρωφ & Ν. Πλαστῆρα 39
(Νέα Ἀγορὰ)
T.K. 431 32

x
ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ

Τὰ κείμενα ποὺ φιλοξενοῦνται στὴν ἱστοσελίδα μας, ὡς πρὸς τὸ ἰδιαίτερο περιεχόμενο καὶ τὰ μορφολογικὰ χαρακτηριστικά τους ἀπηχοῦν ἰδέες, σκέψεις, θέσεις καὶ ἀντιλήψεις τῶν συντακτῶν καὶ συγγραφέων τους. Ἀρχή μας ἀποτελεῖ ἡ ἀπόδοσις τοῦ ὀφειλομένου σεβασμοῦ πρὸς τὴν ἐλευθερία διατυπώσεως προσωπικῆς γνώμης, ἐπιλογῆς ὕφους, γλωσσικοῦ ἰδιώματος ἢ συστήματος γραφῆς, ἤτοι τοῦ μονοτονικοῦ λεγομένου ἢ τοῦ πολυτονικοῦ — ἐμεῖς «φανατικὰ» καὶ ἀμετανόητα ἀκολουθοῦμε τὸ δεύτερο, αὐτὸ προκρίνουμε, αὐτὸ προτείνουμε, αὐτὸ προτιμοῦμε· καὶ θὰ θέλαμε, εἶναι ἀλήθεια, ὅλα τὰ κείμενα νὰ δημοσιεύαμε στὸ πολυτονικό, ὥστε, ὅπως καὶ κάποιοι λένε, νὰ μὴ προκαλεῖται «ὀπτικὴ μόλυνση στὸν ἱστοχῶρο μας» ἀπὸ τὴν ἀκρωτηριασμένη γραφή. Κάτι τέτοιο ὅμως ἀπαιτεῖ χρόνο καὶ γνώσεις, ποὺ ὅλοι δὲν ἔχουν. Μακάρι νὰ βρεθοῦν πρόσωπα ἱκανὰ καὶ πρόθυμα νὰ βοηθήσουν στὴν προσπάθεια αὐτή.

√ Ἐξυπακούεται ὅτι δὲν μποροῦν νὰ γίνουν δεκτὰ κείμενα τὰ ὁποῖα δὲν συνάδουν πρὸς τὸ διῆκον πνεῦμα τῆς ἱστοσελίδος.

ΕΚ ΤΟΥ Ι. ΝΑΟΥ